Στ’ άκουσμά της η ψυχή γεμίζει από μια ακαθόριστη μελαγχολία. Η θλίψη είναι η πραγματικότητα της ζωής, αφότου τελείωσαν για μας τα δειλινά του Παραδείσου.
Η θλίψη δεν είναι ο πόνος, ο σωματικός ή ψυχικός. Δεν είναι η λύπη, η αίσθηση για ένα κενό, για μια στέρηση, για μια ορφάνια· ούτε η νοσταλγία μιας ομορφιάς και ευτυχίας αλλοτινής.
Η θλίψη είναι πάνω και πέρα απ’ αυτά. Η θλίψη δεν είναι κατάσταση συναισθηματική· είναι η πρακτική της ζωής. Είναι η πραγματικότητα των δύο επιπέδων, που ανάμεσά τους ο άνθρωπος συμπιέζεται, συνθλίβεται
Είναι ακόμα το διυλιστήριο του βίου και η λυδία λίθος των εκλεκτών
Η θλίψη περιορίζει τις επιφάνειες, γι’ αυτό κρατάει την ψυχή σε μια εσωστρέφεια γόνιμη για τη σύλληψη του νοήματος της ζωής, που είναι η καρτερία και η αποδέσμευση από τις εφήμερες ανάγκες και τα θνητά πάθη.
Έπειτα όλα τα ωραία και τα χαρμόσυνα, όσα κλείνουν ζωή μέσα τους, έρχονται με θλίψη.
Kάποιοι βεβαίωσαν ότι το εκλεκτότερο ροδέλαιο γίνεται από τριαντάφυλλα, που μαζεύονται στις πιο σκοτεινές ώρες.
Αρκετές φορές δρούμε με την λογική του συναισθήματος γιατί η απλή λογική δεν καλύπτει τις ανάγκες της ψυχής .
Η θλίψη αποτελεί ένα πολύ συνηθισμένο και οικείο συναίσθημα, που όλοι σχεδόν οι άνθρωποι το βιώνουν αρκετές φορές σε όλη τους τη ζωή.
Όπως έγραψε και ο Μένανδρος “αν διαλέγουμε να θυμόμαστε πάντα τα λυπηρά γεγονότα της ζωής μας, χωρίς να αντιπαραθέτουμε σε αυτά κάτι ευχάριστο που θα έρθει στο μέλλον, τότε όλη η ζωή μας θα είναι ένας διαρκής πόνος”.
Τα συναισθήματα και οι ανάγκες είναι αναπόσπαστο μέρος του εαυτού μας. Ο καθένας έχει την πλήρη ευθύνη του τι νιώθει, πότε το νιώθει και πως το εκφράζει. Οφείλουμε να τα αναγνωρίζουμε, να τα εκφράζουμε, να τα ελέγχουμε για να νιώθουμε κυρίαρχοι του εαυτού μας και ικανοί να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα.
Σεβόμενοι τα συναισθήματα μας -δίνοντας τους χώρο και χρόνο να εκφραστούν-, γνωρίζουμε τον εαυτό μας καλύτερα, δημιουργούμε ειλικρινείς και ουσιαστικές σχέσεις, βρίσκουμε την εσωτερική μας δύναμη για να αντιμετωπίσουμε τις δυσκολίες και τον τρόπο να δημιουργήσουμε περισσότερο ευχάριστες συνθήκες ζωής.
«Όμως η ζωή και ο θάνατος είναι ένα και ο άνθρωπος δεν μπορεί να χαρεί ή να αγκαλιάσει το ένα από τα δύο, όταν το άλλο απουσιάζει» (Henry Miller).
Είναι απαραίτητο λοιπόν να δεχτούμε πως ο θάνατος δεν αποτελεί τυχαία και απροσδόκητη πληγή, αλλά είναι αναπόσπαστο μέρος της ίδιας της ζωής.
Όταν λοιπόν κατανοήσουμε τη διάσταση αυτή, μπορούμε να προσεγγίσουμε καλύτερα την αντιμετώπιση της θλίψης, που προκαλεί ο θάνατος ενός αγαπητού προσώπου, μέσω του πένθους, που είναι ο αυθεντικότερος τρόπος εκφράσεώς της.
Η θλίψη είναι μία ανθρώπινη πραγματικότητα που είναι φυσικό να βιώνεται σε περιπτώσεις απώλειας κοντινού προσώπου.
Δεν είναι ένα απλό συναίσθημα, αλλά μια συνολική συναισθηματική κατάσταση, της οποίας θετικό συναίσθημα είναι η λύπη ενώ αρνητικά αυτά της εχθρότητας και της ενοχής.
Η αρχική θλίψη προκαλεί ένα μούδιασμα, γίνεται ένα βάρος, ένα άγχος, μια πίκρα και ένας πόνος στα σωθικά. Επακολουθεί σφοδρή επιθυμία για εκείνον που χάθηκε, που εκφράζεται με τα ασυγκράτητα δάκρυα, την εξάντληση και την αδυναμία της θελήσεως.
Η αντίδραση στην προσωπική απώλεια επιφέρει μία διάσπαση στο συνηθισμένο πρότυπο συμπεριφοράς. Δημιουργεί ένα αίσθημα της μη πραγματικότητας.
Όλες οι ανθρώπινες σχέσεις είναι ατελείς και όλοι οι άνθρωποι στις σχέσεις τους με τους συνανθρώπους τους προβαίνουν κάποτε σε ενέργειες που βλάπτουν τη σχέση. O θάνατος ματαιώνει κάθε δυνατότητα συγγνώμης και συμφιλίωσης
Είναι φυσικό κάθε απώλεια ενός προσώπου αγάπης να δίνει ένα αίσθημα αυτοαπώλειας.
Όλοι οι άνθρωποι αισθάνονται τον πόνο της απώλειας. Το ζητούμενο είναι πώς αυτός θα εκφραστεί. Αυτό προκύπτει διότι υπάρχει προσπάθεια επιβολής από το περιβάλλον, απόκρυψης των συναισθημάτων που προκαλεί ο θάνατος. Δεν πρέπει όμως να αποκλείουμε στους θλιμμένους τη δυνατότητα να θρηνήσουν, είναι μια φυσική ανάγκη.
Το σημαντικό όμως είναι πως το πένθος αποτελεί τον τρόπο έκφρασης της θλίψης που προκαλεί ο θάνατος.
Ποτέ δεν ελευθερώνεται ο θλιμμένος ολοκληρωτικά από τη θύμηση του νεκρού. Το πένθος δεν εξαλείφεται ποτέ ολότελα, αλλά μειώνεται με την πάροδο του χρόνου. Εκείνος που πέθανε εξακολουθεί να ζει μέσα μας. Είναι ένα μέρος του εαυτού μας που ούτε ο θάνατος ούτε ο χρόνος μπορούν να μας το πάρουν. H αληθινή αγάπη ουδέποτε νεκρούται. O θάνατος δεν μπορεί να νεκρώσει την αγάπη, δεν μπορεί να διασπάσει το δεσμό.
Τα δάκρυα του όμως σταματούν κάποτε
Πολλές φορές η σιωπή παρηγορεί περισσότερο από κάθε λόγο.
«Κράτα αυτή την θλίψη στην καρδιά σου, καν΄την ένα κομμάτι από εσένα και εκείνη θα σε φροντίσει μέχρι να γίνεις και πάλι δυνατός» – Σουηδική παροιμία